Με ξύπνησαν φίλοι για να μου πουν γελώντας, πως στο site του Σταύρου Θεοδωράκη protagon.gr, έχω την τιμητική μου. Υπήρχε ένα σατυρικό δημοσίευμα με τίτλο «Ο Κώστας Βαξεβάνης αιτία που χώρισε η Μόνικα Μπελούτσι». Ποιός στη χάρη μου.Έστω και σατυρικά να σε τοποθετούν δίπλα στη Μόνικα. Διάβασα το δημοσίευμα και μου έκανε εντύπωση. Το protagon, που κανένας από τους πρωταγωνιστές του δεν έχει γράψει μιαν αράδα, έστω συναδελφικά, για τις νομικές περιπέτειες που ήταν το αποτέλεσμα της αποκάλυψης της λίστας Λαγκάρντ, να σπαταλά τον πολύτιμο χώρο του για να γράψει μια φανταστική ιστορία γέλιου; Για μένα ειδικά που η προσωπική μου ζωή δεν ήταν ποτέ στα μανταλάκια; Περίεργο. Δεν έγραψε για τα δημοσιογραφικά βραβεία σε όλο τον κόσμο,για τα άρθρα μου που δημοσίευσαν οι ξένες εφημερίδες και έγραψε για το ανύπαρκτο;
Μήπως έπρεπε να γελάσω και τα έπαιρνα σοβαρά τα πράγματα; Μήπως έπρεπε να τους πάρω τηλέφωνο για να τους ευχαριστήσω για όσα έγραψαν, πως έχω αδυναμία στις ιταλίδες καλλονές και μου έχουν κι αυτές, κι εγώ ο μουντρούχος δεν μπορούσα να βγω απ’ τον βαρύ και ασήκωτο μικρόκοσμό μου; Μήπως έχω πολύ λιγότερο χιούμορ από τον Σταύρο Θεοδωράκη;
Μετά θυμήθηκα πως στις 8 Ιουνίου, ο Σταύρος μου είχε στείλει ένα οργισμένο μήνυμα για να διαμαρτυρηθεί που σε μια σατυρική στήλη του περιοδικού, στο Τεύχος 29, υπήρχε ένα σχόλιο για κάτι που είχε πει. Είχε πει ο Θεοδωράκης «δημοσιογραφικά, νομίζω ότι έχουμε προσφέρει ένα συμπροβληματισμό στην κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια». Και ο συντάκτης του HOT DOC έγραφε «ο βασικός προβληματισμός νομίζω αφορά ποιό είναι το καλό σας προφίλ στην κάμερα». Είχε εξοργιστεί ο Σταύρος και μου είχε γράψει ειρωνικά πως «ο συντάκτης μου ήταν μεταγραφή από το Τρωκτικό». Άρα λοιπόν ο Θεοδωράκης δεν είχε απαραίτητα περισσότερο χιούμορ από μένα. Αντιθέτως.
Στη συνέχεια θυμήθηκα κάτι άλλο. Πως στις 8 Οκτωβρίου είναι η εκδίκαση της υπόθεσής μου για τη λίστα Λαγκάρντ. Φαντάζομαι δεν θα γράψει κάτι γι’ αυτό το protagon για το οποίο γράφουν ο Guardian, οι New York Times και άλλοι πολλοί, αλλά προλαβαίνει ως τότε να σπάσει λίγο πλάκα. Να εμφανίσει τον Βαξεβάνη απαξιωτικά, «σατυρικά»,πλακατζίδικα. Όχι ως αυτόν που τα βάζει με το σύστημα, αλλά ως αυτόν που είναι άξιος λόγου ως γκομενάκιας και άλλα ελαφρά.
Δεν θα έγραφα όσα γράφω, αν δεν είχα την άποψη πως το protagon δίνει τον «Αγών» του, για μια άλλη Ελλάδα. Των θηρίων που επιχειρεί να εμφανίσει ως σωτήρες. Δικαίωμά του, αν και μπορώ να πω, πως αυτός του ο «Αγών», επιβραβεύεται. Είναι γεμάτο από διαφημίσεις Τραπεζών, κρατικών επιχειρήσεων και φίλων φιλελεύθερων επιχειρηματιών. Πώς λοιπόν να μην γράφει «ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά»;
Εδώ και αρκετούς μήνες, είναι ο εκφραστής των πιο αντιδραστικών απόψεων που εμφανίζονται ως επιφώτιση αυτογνωσίας και αυτοτιμωρίας. Ο συρφετός του life style έχει μετεξελιχθεί σε ροζοχίτωνες της πολιτικής του εκφοβισμού.
Αυτό δεν είναι θέμα μόνο του συγκεκριμένου site, αλλά πολιτικό. Γενικότερα, οι παλιοί προβληματισμένοι μιας βολικής και βολεμένης Αριστεράς, που αναδείχτηκαν πουλώντας προβληματισμό (και ανησυχούσα Αριστερά βεβαίως) έγιναν οι φορείς του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Έγιναν οι νεοχίπις της πολιτικής υπευθυνότητας. Εναλλακτικοί, κριτικοί, ανοιχτοί σε όλες τις απόψεις, αλλά εκφραστές πάντα μιας πολιτικής.
Το 2011,είχα γράψει ένα άρθρο για τις εξωτικές πάπιες της δημοσιογραφίας. Δεν είχα στο μυαλό μου το protagon, αλλά θεωρώ πια πως του ταιριάζει. Σας το παραθέτω:
«Υπάρχει μια δημοσιογραφία που δεν είναι ούτε μάχιμη, ούτε κατευθυνόμενη. Δεν μπορείς να την κατηγορήσεις πως τα παίρνει, αλλά ούτε πως ματώνει για όσα πρέπει να ματώνει η δημοσιογραφία. Είναι κάτι σαν τις ομιλίες του κυρίου Βενιζέλου. Σαγηνευτικές, με ροή, σε στρέφουν στον θαυμασμό, αλλά σχεδόν ποτέ δεν καταλαβαίνεις γιατί έγιναν και τι ήθελαν να πουν. Είναι ένα είδος εξωτικής δημοσιογραφίας.
Σε αυτή την δημοσιογραφία, η Ελλάδα δεν πονάει, δεν έχει παραδοθεί στη διαφθορά, δεν είναι θύμα χρόνιων πολιτικών και ανέντιμων πολιτικών, αλλά παραπαίει ανάμεσα σε αόριστες ευθύνες λόγω έλλειψης κυρίως ενός πολιτικού σαβουάρ βιβρ που αν υπήρχε θα ήταν θαυματουργό. Σε αυτή τη δημοσιογραφία η κοινωνία και οι ανάγκες της, αντικαθίστανται από μια κοινωνική ευαισθησία που δεν έχει και κυρίως δεν ζητά ευθύνες.
Στο επίκεντρο αυτής της δημοσιογραφίας είναι όλα τα άσχημα φαινόμενα και οι συμπεριφορές αρκεί να μην χρειαστεί κάποιος, με όνομα και διεύθυνση, να φταίει. Αυτή η δημοσιογραφία στρέφει το βλέμμα στη διαφορετικότητα, στις καταπιεσμένες ομάδες, στο περιθώριο, έχοντας συμφωνήσει με τον εαυτό της, πως είναι ο ιεραπόστολος της καταπιεσμένης Ελλάδας. Μέχρι εκεί όμως. Δεν θα σταυρωθεί ποτέ. Και βέβαια δεν θα σταυρώσει κανένα.
Είναι μια δημοσιογραφία που αποτελεί την άλλη όψη του λαϊκισμού. Ίσως δεν παίζει τόσο με τα ένστικτα, αλλά παίζει εξίσου με το συναίσθημα. Αγιοποιώντας πάντα τον εαυτό της.
Υπάρχει μια δημοσιογραφία που είναι αποδεκτή και από αυτούς που φταίνε και από αυτούς που δεν φταίνε. Και τα έχει με όλους καλά γιατί δεν ενόχλησε ποτέ κανένα. Συμπορεύεται με την εξουσία, δημιουργώντας πάντα την εντύπωση πως το κάνει από την μεγάλη της ανάγκη να την ελέγχει.
Υπάρχει μια ναρκισσιστική δημοσιογραφία, που αυτοθαυμάζεται, που αυτοϊκανοποιείται, αλλά δεν αυτοχρηματοδοτείται. Έχει πάντα σπόνσορα.
Είναι η δημοσιογραφία που φταίει εξίσου με την πουλημένη δημοσιογραφία για την κατάντια μας. Δεν είναι life style, αλλά εκπροσωπεί το life style της ιδεολογίας, της αναζήτησης και του προβληματισμού.
Δεν είναι άξεστη, δεν είναι τραχιά, δεν είναι ενοχλητική. Είναι παντός καιρού και έχει μόνο φίλους. Ένας φίλος μου την αποκαλεί bi-δημοσιογραφία. Νομίζω πως της πάει ο χαρακτηρισμός εξωτική. Γεμάτη με δημοσιογράφους που κάνουν τις πάπιες».
Υ.Γ. Για τον συγγραφέα του «σατιρικού» άρθρου, μόνο να τον ευχαριστήσω που με έβαλε μαζί με την Μπελούτσι. Και τον Θεοδωράκη ευχαριστώ κατά τα άλλα. Με την Μπελούτσι με έβαλε. Φαντάζεσαι να με έβαζε να βγαίνω απ’ το σπίτι του Ψυχάρη χαράματα;
koutipandoras.gr
Μήπως έπρεπε να γελάσω και τα έπαιρνα σοβαρά τα πράγματα; Μήπως έπρεπε να τους πάρω τηλέφωνο για να τους ευχαριστήσω για όσα έγραψαν, πως έχω αδυναμία στις ιταλίδες καλλονές και μου έχουν κι αυτές, κι εγώ ο μουντρούχος δεν μπορούσα να βγω απ’ τον βαρύ και ασήκωτο μικρόκοσμό μου; Μήπως έχω πολύ λιγότερο χιούμορ από τον Σταύρο Θεοδωράκη;
Μετά θυμήθηκα πως στις 8 Ιουνίου, ο Σταύρος μου είχε στείλει ένα οργισμένο μήνυμα για να διαμαρτυρηθεί που σε μια σατυρική στήλη του περιοδικού, στο Τεύχος 29, υπήρχε ένα σχόλιο για κάτι που είχε πει. Είχε πει ο Θεοδωράκης «δημοσιογραφικά, νομίζω ότι έχουμε προσφέρει ένα συμπροβληματισμό στην κοινωνία μας τα τελευταία χρόνια». Και ο συντάκτης του HOT DOC έγραφε «ο βασικός προβληματισμός νομίζω αφορά ποιό είναι το καλό σας προφίλ στην κάμερα». Είχε εξοργιστεί ο Σταύρος και μου είχε γράψει ειρωνικά πως «ο συντάκτης μου ήταν μεταγραφή από το Τρωκτικό». Άρα λοιπόν ο Θεοδωράκης δεν είχε απαραίτητα περισσότερο χιούμορ από μένα. Αντιθέτως.
Στη συνέχεια θυμήθηκα κάτι άλλο. Πως στις 8 Οκτωβρίου είναι η εκδίκαση της υπόθεσής μου για τη λίστα Λαγκάρντ. Φαντάζομαι δεν θα γράψει κάτι γι’ αυτό το protagon για το οποίο γράφουν ο Guardian, οι New York Times και άλλοι πολλοί, αλλά προλαβαίνει ως τότε να σπάσει λίγο πλάκα. Να εμφανίσει τον Βαξεβάνη απαξιωτικά, «σατυρικά»,πλακατζίδικα. Όχι ως αυτόν που τα βάζει με το σύστημα, αλλά ως αυτόν που είναι άξιος λόγου ως γκομενάκιας και άλλα ελαφρά.
Δεν θα έγραφα όσα γράφω, αν δεν είχα την άποψη πως το protagon δίνει τον «Αγών» του, για μια άλλη Ελλάδα. Των θηρίων που επιχειρεί να εμφανίσει ως σωτήρες. Δικαίωμά του, αν και μπορώ να πω, πως αυτός του ο «Αγών», επιβραβεύεται. Είναι γεμάτο από διαφημίσεις Τραπεζών, κρατικών επιχειρήσεων και φίλων φιλελεύθερων επιχειρηματιών. Πώς λοιπόν να μην γράφει «ιστορίες για να σκεφτόμαστε διαφορετικά»;
Εδώ και αρκετούς μήνες, είναι ο εκφραστής των πιο αντιδραστικών απόψεων που εμφανίζονται ως επιφώτιση αυτογνωσίας και αυτοτιμωρίας. Ο συρφετός του life style έχει μετεξελιχθεί σε ροζοχίτωνες της πολιτικής του εκφοβισμού.
Αυτό δεν είναι θέμα μόνο του συγκεκριμένου site, αλλά πολιτικό. Γενικότερα, οι παλιοί προβληματισμένοι μιας βολικής και βολεμένης Αριστεράς, που αναδείχτηκαν πουλώντας προβληματισμό (και ανησυχούσα Αριστερά βεβαίως) έγιναν οι φορείς του ακραίου νεοφιλελευθερισμού. Έγιναν οι νεοχίπις της πολιτικής υπευθυνότητας. Εναλλακτικοί, κριτικοί, ανοιχτοί σε όλες τις απόψεις, αλλά εκφραστές πάντα μιας πολιτικής.
Το 2011,είχα γράψει ένα άρθρο για τις εξωτικές πάπιες της δημοσιογραφίας. Δεν είχα στο μυαλό μου το protagon, αλλά θεωρώ πια πως του ταιριάζει. Σας το παραθέτω:
«Υπάρχει μια δημοσιογραφία που δεν είναι ούτε μάχιμη, ούτε κατευθυνόμενη. Δεν μπορείς να την κατηγορήσεις πως τα παίρνει, αλλά ούτε πως ματώνει για όσα πρέπει να ματώνει η δημοσιογραφία. Είναι κάτι σαν τις ομιλίες του κυρίου Βενιζέλου. Σαγηνευτικές, με ροή, σε στρέφουν στον θαυμασμό, αλλά σχεδόν ποτέ δεν καταλαβαίνεις γιατί έγιναν και τι ήθελαν να πουν. Είναι ένα είδος εξωτικής δημοσιογραφίας.
Σε αυτή την δημοσιογραφία, η Ελλάδα δεν πονάει, δεν έχει παραδοθεί στη διαφθορά, δεν είναι θύμα χρόνιων πολιτικών και ανέντιμων πολιτικών, αλλά παραπαίει ανάμεσα σε αόριστες ευθύνες λόγω έλλειψης κυρίως ενός πολιτικού σαβουάρ βιβρ που αν υπήρχε θα ήταν θαυματουργό. Σε αυτή τη δημοσιογραφία η κοινωνία και οι ανάγκες της, αντικαθίστανται από μια κοινωνική ευαισθησία που δεν έχει και κυρίως δεν ζητά ευθύνες.
Στο επίκεντρο αυτής της δημοσιογραφίας είναι όλα τα άσχημα φαινόμενα και οι συμπεριφορές αρκεί να μην χρειαστεί κάποιος, με όνομα και διεύθυνση, να φταίει. Αυτή η δημοσιογραφία στρέφει το βλέμμα στη διαφορετικότητα, στις καταπιεσμένες ομάδες, στο περιθώριο, έχοντας συμφωνήσει με τον εαυτό της, πως είναι ο ιεραπόστολος της καταπιεσμένης Ελλάδας. Μέχρι εκεί όμως. Δεν θα σταυρωθεί ποτέ. Και βέβαια δεν θα σταυρώσει κανένα.
Είναι μια δημοσιογραφία που αποτελεί την άλλη όψη του λαϊκισμού. Ίσως δεν παίζει τόσο με τα ένστικτα, αλλά παίζει εξίσου με το συναίσθημα. Αγιοποιώντας πάντα τον εαυτό της.
Υπάρχει μια δημοσιογραφία που είναι αποδεκτή και από αυτούς που φταίνε και από αυτούς που δεν φταίνε. Και τα έχει με όλους καλά γιατί δεν ενόχλησε ποτέ κανένα. Συμπορεύεται με την εξουσία, δημιουργώντας πάντα την εντύπωση πως το κάνει από την μεγάλη της ανάγκη να την ελέγχει.
Υπάρχει μια ναρκισσιστική δημοσιογραφία, που αυτοθαυμάζεται, που αυτοϊκανοποιείται, αλλά δεν αυτοχρηματοδοτείται. Έχει πάντα σπόνσορα.
Είναι η δημοσιογραφία που φταίει εξίσου με την πουλημένη δημοσιογραφία για την κατάντια μας. Δεν είναι life style, αλλά εκπροσωπεί το life style της ιδεολογίας, της αναζήτησης και του προβληματισμού.
Δεν είναι άξεστη, δεν είναι τραχιά, δεν είναι ενοχλητική. Είναι παντός καιρού και έχει μόνο φίλους. Ένας φίλος μου την αποκαλεί bi-δημοσιογραφία. Νομίζω πως της πάει ο χαρακτηρισμός εξωτική. Γεμάτη με δημοσιογράφους που κάνουν τις πάπιες».
Υ.Γ. Για τον συγγραφέα του «σατιρικού» άρθρου, μόνο να τον ευχαριστήσω που με έβαλε μαζί με την Μπελούτσι. Και τον Θεοδωράκη ευχαριστώ κατά τα άλλα. Με την Μπελούτσι με έβαλε. Φαντάζεσαι να με έβαζε να βγαίνω απ’ το σπίτι του Ψυχάρη χαράματα;
koutipandoras.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.